Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Α Λ Φ Α Β Η Τ Ο

Αγία Τριάς, εις το όνομά σου η συγκέντρωσις προσώπων, 
υμνούντων δόξαν θεϊκήν 
και κοινονούντων της αφύπνισης του νου.

Βουή αντήχησε ψηλά απ’ τα βουνά και εδαμάσθη 
και φίλη έγινε πιστή των ημερών της σχόλης.
Ακόμη και απόλαυση.

Γραφή εγεννήθη ως η πεμπτουσία του νου 
και η παλίνδρομος η κίνηση γωνιωδών αιχμών 
σε δημιουργία οδήγησε.

Δύναμις φυσική δεν αντιτάχθηκε όπου υπήρξε αγάπη.
Κι αυτός που πόθησε την χάρη αξιώθηκε.

Είναι ανέκραξε ο Πλούταρχος, 
αιώνιος και άχρονος – ή διαχρονικός
Κι ήταν το μόνο – ή το όλον – που κατόρθωσε να πει.

Ζωή κατενοήθη τότε ως διαφόρων σύζευξις.
Ως μία συνένωσις ζώσας ψυχής και ύλης.

Μίας πνοής ουράνιας κι ενός μανδύα φτηνού.

Ηγέτες εμφανίστηκαν πολλοί κι οδήγησαν τους όχλους.
Οδηγητές πεφωτισμένοι σε ατραπούς εβάδισαν σοφίας κι αρετής.
Και πριν χαθούν κατέδειξαν.
Πάντοτε με παράδειγμα.
Πολλές φορές και με εκούσια - σαν του Σωκράτους – υπέροχη θυσία.

Θεέ μου εσύ! Ακοίμητε και παντεπόπτη οφθαλμέ. 
Σταυρέ που αγκάλιασες τον χώρο όλο.
Βλέφαρα που ποτέ τους δεν σταθήκαν σφαλιστά.

Ισχύς το σκήνωμά μας το φθαρτό ενεπότισε 
και πάντα κατά χάριν.
Καθώς προείπεν ο Ερμής, ο επωνομασθείς Τρισμέγιστος,
για υπηρεσία του έργου του Ενός στα ταπεινά πεδία.


Κρότος Σημάδι αλάνθαστο διεργασίας γενομένης.
Μετασχηματισμός, δημιουργία, εργασία.

Λας . Ως λας η σύζευξις ομοειδών και ομοφύλων.

Μορφή εγεννήθη από την ένωση.

Νους εστοχάσθη ατενίζοντας την αέναη ροή.

Ξένος ευρέθη τότε μέσα σ΄όλα αυτά,
Αυτός που μάζεψε την δύναμη πολλών,
Αφού τους εξαφάνισε.
Και σύγχυση στον κώδικα επέφερε. Και παραπλάνησε.

Όραση δεν ευρέθη ανθρώπου ικανή 
να διαλύσει το σκοτάδι 
κι ας προσπαθούσε όσο το μπορεί.
Το οπτικό πεδίο σταματούσε εκεί στης πλάνης την αρχή.
Έτσι το όνομα παρέμενε ατελές, μα περιμένοντας.

Πεδίον πάντως καθορίστηκε, 
έστω και κατά μίμηση που ήταν ατελής.
Γιατί ο άνθρωπός μας επιτέλους γνώρισε – ή υποψιάστηκε –
πως ο Θεός αεί γεωμετρεί.

Ροή αργότερα ενεπνεύσθει – αφού ανακάλυψε –
υδάτων κι ενεργείας.
Αέναη κίνηση των πάντων.
Ύλης και πνεύματος.
Και ο Ηράκλειτος σε μια γωνιά,
Από της Ειμαρμένης το ασήκωτο φορτίο κουρασμένος,
Με στωικότητα μονολογεί, πάντα χωρεί.

Στήθος...Ανάσα...Άνθρωπος
στην δίνη των ανώριμων καιρών.
Κι ο Σίσυφος στο βάθος, νάτος, ξαναρχίζει.

Τέχνη γεννήθηκε και πάλι κατά χάριν τόσου κόπου.
Έργα λαμπρά σμιλεύτηκαν.
Στον μόχθο τον ανθρώπινο δόθηκε ατραπός.

Υδρία στάθηκε της αφθονίας το σύμβολο,
Αφού δηλοί συγκέντρωση υγρών.
Και ενεργείας συμπλήρωσε ο Νους.
Ο Παλαμήδης το σήμα επενόησε ο Όμηρος διαιώνισε….

Φωτιά γενναία που ακόμη σιγοκαίς.
Φύσημα που δε κόπασες ποτέ σου,
φούσκωσε πάλι τα πανιά. Γι΄ακόμη πιο ψηλά….

Χάρος μην σε τρομάξει. Ούτε άλλος που βρίσκεται ενδιάμεσα.
Του αγνώστου τον φόβο μην καταδεχτείς.
Οι δρόμοι δένουν χιαστί μόνο για μια στιγμή.
Η ενδιάμεση κατάσταση τελειώνει κι ο αιώνας προχωρεί.

Ψέμμα ποτέ σου μην δεχτείς για παρηγόρια.
Είναι κι αυτό που απατά, όπως παλιά, - θυμάσαι; -,
όταν ξένος ευρέθη μέσα σ΄όλα αυτά.
Σαν έτοιμος από καιρό,
σαν εσέ που αξιώθηκες μια τέτοια χάρη,
ατένισε…

Ω χώρε απέραντε, ασύλληπτε.
Ω παρουσία παντοδύναμη γεμάτη αγάπη.
Το άπειρον μονάχα είναι ο χώρος σου
κι η σιωπή το όνομά σου ανεκλάλητε.
Γι' αυτό κι εγώ, ύπαρξη ασήμαντη,
σαν θέλω να σε προσφωνώ,
δεν βρήκα τίποτε άλλο από κάτι,
που όπως όλοι μας το ήξερα – κι ας μην το γνώριζα – καιρό.
Το Άλφα κι το Ωμέγα.

(Κ. Μπούζας: ΤΟ ΕΝ ΤΟ ΠΑΝ ΤΟ ΑΠΕΙΡΟΝ, 2002)