Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Το έθιμο του στολισμένου δέντρου


Σε όλους τους παλαιούς πολιτισμούς, το δέντρο θεωρήθηκε ότι εκφράζει το σύνολο της φυσικής εκδήλωσης, αφού στην ύπαρξή του συμβάλλουν όλα τα στοιχεία της φύσης. Έτσι οι ρίζες βυθίζονται στη γη, ο κορμός και τα κλαδιά απλώνονται στο αέρα φτάνοντας ψηλά, σαν να θέλουν να αγγίξουν τον ουρανό, τρέφεται από το υπόγειο νερό και φυσικά χρειάζεται απαραίτητα για να ζήσει τον ήλιο, δηλαδή το πυρ. Παράλληλα οι δακτύλιοί του μετρούν τον χρόνο.

Επόμενο λοιπόν ήταν να ενταχθεί από τους διάφορους αρχαίους λαούς στο τελετουργικό πολλών εορταστικών εκδηλώσεών τους, αλλά και να θεωρηθεί ως ιερό σύμβολο στα πλαίσια της θρησκευτικής έκφρασής τους. Χαρακτηριστικά αναφέρεται η ύπαρξη τόσων «ιερών» δέντρων στην Αρχαία Ελλάδα, όπως η ιερή φηγός της Δωδώνης, η δάφνη του Απόλλωνα στους Δελφούς και η αγριελιά του Ηρακλέους. Ο Πλάτων, μάλιστα, περιγράφει τον άνθρωπο σαν δέντρο, του οποίου οι ρίζες βρίσκονται στον ουρανό και τα κλαδιά στη γη. Το ανεστραμμένο δέντρο βέβαια χρησιμοποιήθηκε σαν σύμβολο, κατά καιρούς, από διάφορους λαούς, όπως οι Ινδοί, οι Λάπωνες, και οι ιθαγενείς κάτοικοι της Αυστραλίας, αλλά και θρησκείες, όπως ο Βουδισμός και το Ισλάμ.

Για να ξαναγυρίσουμε στην Αρχαία Ελλάδα, ο στολισμός του αποτέλεσε έθιμο της Διονυσιακής Λατρείας. Ένα κλαδί αειθαλούς δέντρου -για παράδειγμα ελιάς- η ειρεσιώνη, στολιζόταν με φρούτα εποχής, μπάλες και κορδέλες και ήταν σύμβολο «της ωραίας ζωής που θάλλει». Πιστευόταν ότι έπαιρναν από την ζωντάνια του οι κάτοικοι του σπιτικού. Το έθιμο διατηρήθηκε και στην Ρωμαϊκή περίοδο, κατά την οποία κρεμούσαν πράσινα στεφάνια έξω από τα σπίτια, αλλά και στην Βυζαντινή, όταν στόλιζαν φαναράκια με στεφάνια από δάφνες και μυρτιές.

Στη νεώτερη εποχή, ξαναβρίσκουμε το δέντρο ως σύμβολο, στην Γερμανία, το 1600 μ.Χ. Το έθιμο αναβιώνει από τους ξυλοκόπους και σιγά σιγά οι Γερμανοί αρχίζουν να το στολίζουν κάθε χρόνο, με ημερομηνία έναρξης την γιορτή του Αγίου Νικολάου. Απ’ αυτούς η συνήθεια διαδόθηκε στην Γαλλία, στην Αυστροουγγαρία, στο Βέλγιο και στην Αγγλία.

Στην σύγχρονη Ελλάδα ήρθε το 1833, με τον Όθωνα και την Αμαλία, οι οποίοι για πρώτη φορά στόλισαν δέντρο στα Ανάκτορα, σαν σύμβολο των Χριστουγέννων. Σαν διαδεδομένο όμως λαϊκό έθιμο το βρίσκουμε μετά το 1940. Από αυτήν την εποχή και ύστερα, ενσωματώνεται στην λαϊκή μας παράδοση και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των εορτών.

Και συμβολίζει τον κόσμο ολόκληρο, την Δημιουργία. Την γέννηση και την αναγέννηση. Την ζωή την ίδια, την οποία μας καλεί να σεβαστούμε. Και κάθε φως στα κλαδιά του συμβολίζει και μια ψυχή, γι’ αυτό και συνήθως έχει το σχήμα κεριού. Κι όλα μαζί, καθώς αναβοσβήνουν, μιλούν για το άλλο φως, το Θείο. Και τα δώρα που κρέμονται στα κλαδιά του, δεν είναι άλλα από τα δώρα που μας χαρίζει απλόχερα η Δημιουργία, με το κάλλος και την πληρότητά της.

Κι έτσι όπως καθόμαστε γύρω από το τραπέζι, που’ ναι γεμάτο απ’ όλα αυτά που θέλει η παράδοση, πορτοκάλια, δεμένα με κορδέλες, πανέρια με φρέσκους καρπούς, κάστανα, καρύδια και μήλα, εκεί, στο σαλόνι που’ ναι στολισμένο με πρασινάδες, μυρτιές, κουμαριές και σκίνα, όπως επίσης επιβάλλει η παράδοση, το βλέμμα μας όλο και πέφτει στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο μας. Και δεν μπορούμε να μην του αναγνωρίσουμε, πως επάξια κατέχει την θέση στο κέντρο της γιορτής. Με μια ιστορία τόσων χιλιάδων χρόνων, το δίχως άλλο την δικαιούται.

 (K. Mπούζας: ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑΤΑ, 2008)

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023

Την ώρα που έπεσε η βόμβα (κάπου στον κόσμο)



Κάποτε τον ονόμασαν φόνο. Άλλοτε ατύχημα. Άλλες φορές πάλι, ανθρωπιστική καταστροφή ή και παράπλευρη απώλεια. Πίσω όμως απ’ όλα αυτά τα προσωπεία, δεν έπαυε να είναι θάνατος. Απόλυτος και αδυσώπητος...

Ήταν η ώρα που το υπαίθριο παζάρι ήταν γεμάτο από κόσμο. Πολύχρωμο μελίσσι που πηγαινοερχόταν πέρα - δώθε, ανάμεσα σε ξύλινους πάγκους και σε πάνινες ομπρέλες. Λίγα τα αγαθά κι η φτώχεια είχε περισσέψει. Μαζί της όμως είχε περισσέψει κι η ζωντάνια και η όρεξη για ζωή. Να ‘ταν έτσι η ψυχολογία του λαού, ή μήπως ήταν ένα πείσμα που ορθωνόταν ενάντια στους δίσεκτους καιρούς;

Οι υπαίθριοι έμποροι τραγουδιστά διαλαλούσαν την πραμάτεια τους, σαν ερασιτέχνες ηθοποιοί που συμμετείχαν σε πλανόδιο θίασο. Και οι γυναίκες του λαού, καλοσυνάτες, πρόσχαρες, με το ‘να χέρι να σηκώνουν τη φούστα την μακριά για να μην σέρνεται στην σκόνη και με το άλλο να χειρονομούν μιλώντας ακατάπαυστα. Καθώς τους χάζευες σ’ αυτό το ιδιόρρυθμο θέατρο του δρόμου, το ‘νοιωθες μέσα σου βαθιά. Ήταν κάτι παραπάνω από παζάρι.

Λίγο πιο πέρα τα παιδιά, ντυμένα με κουρέλια και ξυπόλητα, έπαιζαν ανέμελα, άλλα με ένα τόπι αυτοσχέδιο, φτιαγμένο από τυλιγμένα πανιά και άλλα τσουλώντας προς την μεριά της κατηφόρας μια παλιά ξεχαρβαλωμένη σαμπρέλα, που ‘χαν τυχαία ανακαλύψει. Ήταν και μερικά, λιγάκι πιο μικρά αυτά, που κυνηγιόνταν κι έτρεχαν γύρω γύρω γελώντας, καθώς ξεχείλιζε από μέσα τους εκείνη η αβάσταχτη χαρά, που μονάχα απ’ τις ψυχές τις παιδικές άφθονη αναβλύζει.

Και τότε έπεσε η βόμβα...

Μήτε που πρόλαβε κανείς κάτι να δει, μήτε ν’ ακούσει. Ούτε συναγερμός χτύπησε, ούτε σειρήνες. Έγιναν όλα τόσο ξαφνικά. Ίσως και να ‘ταν καλύτερα έτσι, καθώς ο θάνατος γίνεται αβάσταχτος όταν προαναγγέλλει την άφιξή του. Έτσι κι αλλιώς ελπίδα σωτηρίας δεν υπήρχε. Τα νέα όπλα είχαν τεράστια ισχύ. Εξαφάνιζαν με τη μια γειτονιές ολόκληρες. Και μέσα σ’ αυτές, εκατοντάδες, χιλιάδες άνθρωποι, από την μια στιγμή στην άλλη γίνονταν ατμός και εκσφενδονίζονταν ψηλά στην ανώτερη ατμόσφαιρα κι ακόμα παρά πέρα. Μαζί και τα όνειρά τους, οι καημοί τους, οι πόθοι, οι ιδέες, τα ιδανικά τους. Όλα βορά σε ένα τέρας, που για τους ανεπιθύμητους δεν εξασφαλίζει πλέον ούτε μνήμα.

Κι όλοι αυτοί, που μέσα στον πόλεμο μεγάλωσαν, να κλαίνε χωρίς δάκρυα και να φωνάζουν με βουβές κραυγές. Κι απεγνωσμένα ν’ αναζητούν μέσα στα ερείπια κάποιον, που δεν διαμελίστηκε ή δεν εξαερώθηκε, για να τον θάψουν. Λες κι αυτό αποτελούσε κάποια νίκη τραγική. Νίκη ενάντια στην λήθη και στην παραγραφή. Για να θυμίζει ότι κάποτε κάτι έγινε εδώ.

Κάποτε έπεσε μια βόμβα...

(K. Mπούζας: ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑΤΑ, 2008)


Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

Αρχαία χρώματα



Όταν ο προϊστορικός άνθρωπος προσπαθούσε να ανακαλύψει τον κόσμο που τον περιτριγύριζε, δεν θα μπορούσε να μην σταθεί και στα χρώματα, φαινόμενο, ούτως ή άλλως, από τα εντυπωσιακότερα που συναντούσε στη φύση.

Στα πλαίσια αυτής του της προσπάθειας, εντόπισε κάποια φυσικά υποδείγματα: Τον ουρανό, τη θάλασσα, το δάσος, το χιόνι, το αίμα, τη φωτιά, την καπνιά, τη στάχτη, το ρόδο, τον κρόκο του αυγού, το ίον (βιολέτα), το θειάφι, τον χρυσό, τον άργυρο και τον χαλκό. Με βάση αυτά καθόρισε και τα κυριότερα χρώματά του: Το ουρανί, το γαλάζιο, το πράσινο, το λευκό, το κόκκινο, το πύρινο, το μαύρο, το σταχτί, το ρόδινο, το κρόκινο (πορτοκαλί), το ιώδες (μενεξεδί), το κίτρινο και το ασημί. Παράλληλα, το ουράνιο τόξο και η ανοιξιάτικη βλάστηση στάθηκαν γι’ αυτόν τα πιο αξιόλογα δειγματολόγια χρωμάτων.

Το θέμα συνέχισε να απασχολεί τον άνθρωπο και κατά τους ιστορικούς χρόνους. Οι αρχαίοι Έλληνες, μάλιστα, προχώρησαν στην ουσία, προσπαθώντας να εξετάσουν τη φύση των χρωμάτων. Συγκεκριμένα ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) αντιλήφθηκε ότι υπάρχει χρωματική κλίμακα. Ακόμη ασχολήθηκε, πέρα από τα χρώματα που έχουν από τη φύση τους κάποια αντικείμενα (π.χ. χρυσός, άργυρος), και με τη χρώση (βαφή) των σωμάτων, πως δηλαδή είναι δυνατόν, αυτά να προσλαμβάνουν εκ των υστέρων κάποιο χρώμα από μια ουσία (χρίοντάς τα μ’ αυτήν, ή εμβαπτίζοντάς τα μέσα της). Επίσης μελέτησε – αντίστροφα - και τον αποχρωματισμό τους. Τέλος τον απασχόλησαν και οι διάφορες μίξεις των χρωμάτων και οι παραγόμενες έτσι αποχρώσεις. Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος (285-215 π.Χ.), τώρα, πρόσεξε ότι στο σκοτάδι δεν υπάρχουν χρώματα, καταλήγοντας έτσι στο συμπέρασμα, ότι αυτά είναι απόρροια του φωτός (ανάλογα με τα αντικείμενα στα οποία αυτό προσπίπτει). Τέλος, ο Θεόφραστος, μαθητής του Αριστοτέλη, διερεύνησε κι αυτός το ζήτημα του αποχρωματισμού.

Χρειάστηκαν περισσότερα από δύο χιλιάδες χρόνια για να αναλυθεί το φως, και να ανακαλυφθεί ότι τα χρώματα της ίριδας (του ουράνιου τόξου) προκύπτουν απ’ αυτήν ακριβώς την ανάλυση. Ακόμη, για να προσδιοριστούν τα διαφορετικά μήκη κύματος των διαφόρων ακτινοβολιών, που αποτελούν και την αιτία της οπτικής αίσθησης, από εμάς, του ενός ή του άλλου χρώματος αντίστοιχα.

Αν όλα αυτά τα επιστημονικά επιτεύγματα (και πολλά άλλα σχετικά) είναι – αναντίρρητα- πολύ σημαντικά, πόσο εξίσου αξιόλογες δεν ήταν και εκείνες οι πρώτες προσπάθειες. Τότε που ο άνθρωπος, με δέος, προσπαθούσε να κατανοήσει το περιβάλλον του. Και προχωρώντας, βήμα βήμα, έμενε έκθαμβος. Και ονόμαζε ότι έβλεπε γύρω του με μία λέξη: Κόσμος, που θα πει στολίδι.

(Κώστας Μπούζας: 2023)

Δευτέρα 24 Ιουλίου 2023

Οκτώ λεπτά (Μια φανταστική ιστορία)

 


Το πόρισμα των επιστημόνων δεν επιδεχόταν καμία αμφισβήτηση. Εξάλλου είχε προέλθει από μακροχρόνιες παρατηρήσεις, διεξοδικές μελέτες, αλλά και επανειλημμένες επαληθεύσεις και διασταυρώσεις απόψεων. Και υπήρξε ομοφωνία απ’ όλους. Στις δύο Ιουλίου, στις δέκα ακριβώς το πρωί, ο ήλιος επρόκειτο να εκραγεί...

Η είδηση ήταν συνταρακτική. Βέβαια η έκρηξη αστέρων είναι ένα διαρκώς επαναλαμβανόμενο φαινόμενο στο σύμπαν. Εξάλλου για ότι ζει, υπάρχει μια γέννηση και ένας θάνατος. Δεν θα μπορούσαν να αποτελούν εξαίρεση τα άστρα. Παρ’ όλα αυτά όμως, ένα γεγονός που σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί συνηθισμένο, γίνεται ακόμη και τραγικό όταν σε πλησιάζει, όταν συμβαίνει σε σένα. Και το συγκεκριμένο γεγονός θα συνέβαινε πράγματι πολύ κοντά μας, στην ίδια την γειτονιά μας. Και δεν υπήρξε καμία αμφιβολία από την πλευρά των αστρονόμων, γι’ αυτό που θα γινόταν αμέσως μετά. Οι πλησιέστεροι τουλάχιστον πλανήτες, μεταξύ των οποίων και η γη, θα πυρακτώνονταν από την ασύλληπτα εκτυφλωτική λάμψη και τα τεράστια ποσά θερμότητας κι αμέσως μετά θα καταπίνονταν από την διαστελλόμενη πύρινη μάζα. Εδώ όμως υπήρχε και το εξής παράδοξο. Είναι γνωστό ότι το φως, κινούμενο με την μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα στο σύμπαν, για να φτάσει απ’ τον ήλιο ως την γη χρειάζεται οκτώ λεπτά. Αυτό σήμαινε ότι για οκτώ ολόκληρα λεπτά μετά την έκρηξη, τα πάντα στον ουρανό θα φαίνονταν κανονικά. Μονάχα αφού περνούσε αυτό το χρονικό διάστημα, θα μπορούσαμε ν’ αντικρίσουμε την κοσμική καταστροφή. Και να πεθάνουμε...

Το πρωινό της δεύτερης μέρας του Ιουλίου δεν ήταν σαν όλα τα άλλα. Τα καταστήματα στον κόσμο ολόκληρο δεν άνοιξαν. Ούτε και τα γραφεία. Πουθενά δεν φαινόταν να γίνεται κάποια εργασία. Λες κι επρόκειτο για κάποια παγκόσμια αργία. Οι δρόμοι όλων των μεγαλουπόλεων παρέμειναν έρημοι, χωρίς κίνηση, σαν αρτηρίες δίχως αίμα. Ποιος θα νοιαζόταν πια να τρέξει, να κλείσει συμφωνίες, ν’ αγοράσει, να πουλήσει, να κερδίσει...

Αντίθετα, από νωρίς είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στις πλατείες και στα πάρκα κάποια άλλα άτομα. Ερασιτέχνες αστρονόμοι με τα τηλεσκόπιά τους, φωτογράφοι που ήθελαν να τραβήξουν την καλύτερη φωτογραφία τους, φυσιολάτρες και οικολόγοι για να συντροφέψουν στις τελευταίες του στιγμές τον μελλοθάνατο πλανήτη και τελευταίοι οι ποιητές, βιώνοντας πιο πολύ απ’ όλους την υπαρξιακή αγωνία της πνευματικής δημιουργίας τόσων χιλιάδων χρόνων. Ένα τελευταίο ποίημα ίσως. Μια προσευχή. Ποιος ξέρει. Γι’ αυτόν τον λόγο εξάλλου είχαν παραμείνει κι όλοι οι ναοί ανοιχτοί. Το ίδιο και τα μουσεία. Για όποιον θα ήθελε να τους αφιερώσει μια τελευταία ματιά.

Την ώρα που το ρολόι έδειξε δέκα, τα πάντα ξαφνικά σιώπησαν και μια ολόκληρη ανθρωπότητα φάνηκε να κρατάει την αναπνοή της. Δευτερόλεπτα μετά, τα πάντα έδειχναν ίδια κι όμως δεν ήταν. Ο ήλιος είχε ήδη εκραγεί και ας μην το βλέπαμε εμείς. Είχαν αρχίσει τα οκτώ πιο συνταρακτικά λεπτά στην ιστορία του κόσμου.

Τι μπορεί να κάνει κάποιος σε τόσο λίγο χρόνο. Να νοσταλγήσει; Να κάνει ένα τηλεφώνημα σε αγαπημένα πρόσωπα; Να νοιώσει τύψεις για τα λόγια του, που πλήγωσαν κάποιο χαμένο φίλο; Να τραγουδήσει ένα παλιό, αγαπημένο τραγούδι; Να κοιτάξει για μια φορά ακόμη απ’ την βεράντα την πόλη του; Να πει ένα τελευταίο σ’ αγαπώ; Να κλάψει;

Νοιώθαν τον χρόνο να κυλάει τόσο γρήγορα. Άλλοι πάλι είχαν παραλύσει και το κάθε λεπτό τους φαινόταν αιώνας. Κι όλοι κοιτούσαν με δέος το φάντασμα του ήλιου στον ουρανό και μ’ αγωνία περίμεναν το πεπρωμένο. Δευτερόλεπτα πριν από την συμπλήρωση των οκτώ λεπτών, επικράτησε και πάλι εκείνη η απόλυτη σιωπή. Τα νεύρα τέντωσαν στα πρόσωπα, τα χέρια σφίξαν σε γροθιές, το αίμα πάγωσε στις φλέβες και τα μάτια, όσα δεν κλείσαν, γούρλωσαν έντρομα, σαν να ’ταν έτοιμα να πεταχτούν έξω απ’ τις κόγχες.

Η καταστροφή δεν ήρθε ποτέ. Οι επιστήμονες μίλησαν για έκτακτα και ασυνήθη αστρονομικά φαινόμενα, που είχαν σαν αποτέλεσμα την αλλοίωση των δεδομένων, με συνέπεια την εξαγωγή εσφαλμένων συμπερασμάτων. Όποια κι αν ήταν η αιτία, μικρή σημασία είχε. Το υπέροχο ήταν ότι ο ήλιος δεν είχε εκραγεί. Κι όμως, είχαν γίνει κάποιες εκρήξεις και μάλιστα αλυσιδωτές. Ιδεών σε μυαλά. Τύψεων σε συνειδήσεις. Αισθημάτων σε ψυχές. Κι ιδανικών λησμονημένων και αρετών. Κι οδήγησαν σε πράξεις αγάπης, υπέρβασης και αυτοθυσίας. Το ημερολόγιο έδειχνε δύο Ιουλίου. Ήταν η μέρα που όλοι μαζί οι άνθρωποι του πλανήτη έστρεψαν το κεφάλι τους ψηλά, στον ουρανό...


(K. Mπούζας: ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑΤΑ, 2008)

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023

Αρχαίοι άνεμοι



Σύμφωνα με την αρχαία Ελληνική μυθολογία, οι άνεμοι ήταν θεότητες. Κατά τον Ησίοδο ήταν οι: Βορέας, Νότος, Ζέφυρος, ενώ ο Όμηρος προσθέτει σ’ αυτούς και τον Εύρο. Ήταν παιδιά του Αστραίου και της Ηούς (Αυγής). Ταμίας τους, διορισμένος από τον Δία, ήταν ο Αίολος, ο οποίος τους κρατούσε μέσα στον ασκό του και τους άφηνε με εντολή του αρχηγού των θεών.

Στην Αθήνα, τώρα, στους βόρειους πρόποδες της Ακρόπολης, στην Πλάκα, σώζεται ένα αρχαίο οκτάγωνο κτίσμα, πλευράς 3,20 μέτρων και ύψους 12 μέτρων, κατασκευασμένο από Πεντελικό μάρμαρο, χωρίς κίονες και με δύο θύρες, μία προς τον Βορρά και μία προς την Δύση. Η επίσημη ονομασία του είναι “Ωρολόγιον του Κυρρήστου” και θεωρείται ότι το ανήγειρε ο Έλληνας αστρονόμος Ανδρόνικος Κύρρηστος τον πρώτο αιώνα π.Χ., καθιερώθηκε, όμως, να ονομάζεται “Αέρηδες”, γιατί στις οκτώ μετόπες του φαίνονται ανάγλυφοι οι κύριοι οκτώ άνεμοι, ενώ στην κορυφή του υπήρχε ορειχάλκινος ανεμοδείκτης.

Συγκεκριμένα, οι άνεμοι εικονίζονται σαν άντρες φτερωτοί που ίπτανται, οι χειμωνιάτικοι μέσης ή μεγαλύτερης ηλικίας, με βαριά ρούχα και μπότες, ενώ αντίθετα οι καλοκαιρινοί νέοι, με ελαφρά ρούχα, μερικοί μάλιστα και ξυπόλυτοι. Φέρουν, μάλιστα, ο καθένας και ένα σύμβολο, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του. Υπάρχουν, τέλος, χαραγμένα και τα ονόματά τους. Αναλυτικά είναι οι εξής (εντός παρενθέσεως σημειώνονται και τα κοινά, νεώτερα ονόματά τους):

- Ο Βόρειος “Βορέας” (“Τραμουντάνα”), παγωμένος και βουερός, κρατάει ένα κοχύλι και φυσάει μέσα απ’ αυτό.

- Ο Βορειοανατολικός “Καικίας” (“Γραίγος”), χειμωνιάτικος κι αυτός, κουβαλάει μια ασπίδα, από την οποία ρίχνει χαλάζι.

- Ο Ανατολικός “Απηλιώτης” (“Λεβάντες”), ευχάριστος Φθινοπωρινός άνεμος, μεταφέρει καρπούς.

- Ο Νοτιοανατολικός “Εύρος” (“Σιρόκος”) είναι άλλοτε ισχυρός, οπότε προκαλεί φουρτούνες, και άλλοτε ήπιος, οπότε προκαλεί υγρασία και καταχνιά. Εικονίζεται με ταραγμένα ρούχα και κρύβοντας το πρόσωπό του.

- Ο Νότιος “Νότος” (“Όστρια”) φέρνει απαλές συνεχείς βροχές, γι’ αυτό και είναι ο αγαπημένος των γεωργών. Φαίνεται να κρατάει ένα αγγείο, το οποίο αδειάζει ποτίζοντας τη γη.

- Ο Νοτιοδυτικός “Λιψ”, δηλαδή ο “Λίβας” (“Γαρμπής”), ούριος και γι’ αυτό αγαπημένος των ναυτικών, σπρώχνει ένα πλοίο από το οποίο έχει αναπαρασταθεί η απόληξη της πρύμνης του.

- Ο Δυτικός “Ζέφυρος” (“Πουνέντες”), ευχάριστος ανοιξιάτικος άνεμος, φέρνει λουλούδια.

- Ο Βορειοδυτικός “Σκίρων” (“Μαΐστρος”), προκαλεί συχνά καταιγίδες και καταστροφές, γι’ αυτό φαίνεται να αδειάζει απότομα μια υδρία.

Στο κτίριο υπάρχουν, ακόμη, κάτω από τις προσωποποιήσεις που προαναφέρθηκαν, εγχάρακτες ακτίνες σε διάφορους σχηματισμούς, οι οποίες αποτελούσαν ηλιακό ρολόι. Επί πλέον, στο εσωτερικό του υπήρχε εγκατάσταση υδραυλικού ρολογιού, για τις ανήλιες μέρες. Δίκαια λοιπόν οι “Αέρηδες”, δηλαδή το “Ωρολόγιον του Κυρρήστου”, ή και “Πύργος των ανέμων”, όπως το ονόμασε ο Βιτρούβιος, θεωρείται ως ο αρχαιότερος μετεωρολογικός – ωρομετρικός σταθμός του κόσμου.

(Κώστας Μπούζας: 2023)

Παρασκευή 5 Μαΐου 2023

Τα πλοκάμια της βίας

Βία: κάθε πράξη ή συμπεριφορά επιθετικότητας και κατάχρησης, που προκαλεί ή σκοπεύει να προκαλέσει τον τραυματισμό ή τη ζημία σε πρόσωπα, ζώα ή περιουσία. Παρά πέρα να εξαναγκάσει, να κυριαρχήσει, να ελέγξει και να απομονώσει ένα άτομο. Έτσι λοιπόν η βία, πραγματική ή απειλούμενη, έχει σαν αποτέλεσμα τον τραυματισμό, τη σωματική ή ψυχολογική βλάβη, την κακή ανάπτυξη, τη στέρηση και πολλές φορές ακόμη και τον ίδιο το θάνατο.

Κόρη του Πάλλαντα και της φοβερής Ωκεανίδας Στύγας, κατά την Ελληνική μυθολογία, μες στους αιώνες εξελίχθηκε, πετώντας πολλά πλοκάμια, που τα χρησιμοποιεί ανά περίπτωση, και σήμερα περιφέρεται, επιδεικνύοντάς τα σε κάθε ευκαιρία.


Άλλοτε σωματική και άλλοτε ψυχολογική. Ξέρει να χρησιμοποιεί το λόγο. Τα οπτικοακουστικά μέσα βρίσκονται κι αυτά κάποτε στη φαρέτρα της, όπου μάλιστα υπάρχει εικόνα διαπρέπει. Χειρίζεται με δεξιοτεχνία την παραμέληση και τη στέρηση. Διεισδύει παντού. Γίνεται ενδοοικογενειακή, πολιτική, σχολική, αθλητική. Πολιτιστική, φορώντας το ένδυμα του κοινωνικού ρατσισμού και επιλέγοντας, ανά περίπτωση, φύλο, κουλτούρα, φυλή, θρησκεία, ισχύ, πλούτο και τόσα άλλα. Γνωρίζει, μάλιστα, την κορύφωσή της όταν γίνεται σεξουαλική. Είναι αδίστακτη. Δεν σταματά πουθενά. Ούτε καν μπροστά στα ζώα.

Πολλοί ειδικοί προσπάθησαν να αναλύσουν τους παράγοντες εκείνους που υπεισέρχονται σ’ αυτό το φαινόμενο. Μίλησαν για βιολογικά, ατομικά, κοινωνικά, ιδιοσυστατικά και αναπτυξιολογικά χαρακτηριστικά. Για το επίπεδο της εκπαίδευσης και της ευφυίας. Για τους οικογενειακούς δεσμούς, την κουλτούρα, τους τύπους των σχέσεων, την ψυχική ανθεκτικότητα. Όρισαν, κατόπιν, ότι όταν οι αρνητικοί παράγοντες υπερισχύουν, τότε εκδηλώνεται η βία.

Οπωσδήποτε πάντως, για την αντιμετώπιση του φαινομένου, είναι πρωταρχικής σημασίας μια παιδεία, η οποία θα οδηγεί τον άνθρωπο σε ανώτερες αξίες, ενώ παράλληλα θα του εμπνέει το σεβασμό στο διπλανό του και σ’ ότι αυτός πρεσβεύει ή του ανήκει. Μάλιστα, ίσως θα ήταν χρήσιμο – αν και σκληρό – να προβάλλονται διεξοδικά τα αποτελέσματα βίαιων συμπεριφορών (κάτι για το οποίο πάντως υπάρχει μεγάλη συζήτηση και διιστάμενες απόψεις και γνώμες).

Προς το παρόν, το φρικτό αυτό τέρας νοιώθει να μην απειλείται. Με τα τόσα πλοκάμια της έχει αγγίξει κάθε πτυχή της σύγχρονης ζωής. Κι αν τυχόν μπορέσουν και της ξεριζώσουν κάποιο, πολύ εύκολα δημιουργεί ένα άλλο – παρόμοιο ή και διαφορετικό – στη θέση του. Μία είναι μόνο η λύση: το θηρίο πρέπει να χτυπηθεί στην καρδιά. Και ένας είναι ο τρόπος γι’ αυτό: να στραφούμε, όλοι μας, στο διπλανό μας – τον κάθε διπλανό μας – με προσοχή, κατανόηση και συμπάθεια. Μας μοιάζει άλλωστε, στην ουσία, τόσο πολύ, κι ας είναι διαφορετικός. Έπειτα να στρέψουμε την προσοχή μας βαθειά στον εαυτό μας. Κάτι θα έχει να μας πει...

(Κώστας Μπούζας: 2022)


Τρίτη 7 Μαρτίου 2023

Αποχαιρετισμός

 


Εσύ που έφυγες τη μαύρη εκείνη μέρα, τόσο απρόσμενα και άκαιρα, άραγε για πού έχεις κινήσει; Πού να βρίσκεσαι;

Είχες φανεί κι εσύ εδώ κάποια στιγμή, όπως όλοι μας. Καθώς περνούσε ο καιρός ένοιωσες τις πρώτες αγωνίες σου, δημιούργησες τα πρώτα όνειρά σου, έπεσες πάνω στις πρώτες απογοητεύσεις σου. Αργότερα ήρθαν κι οι πίκρες, μα κι οι χαρές. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να γίνει αλλιώς. Στη ζωή αυτές βαδίζουν πάντοτε η μια πίσω απ΄ την άλλη.

Κι εσύ προσπάθησες και προχώρησες. Και κατόρθωσες ν’ αφήσεις πίσω σου το στίγμα σου, το προσωπικό σου ίχνος. Για άλλον αυτό είναι αχνό, για άλλον έντονο. Δεν έχει σημασία. Αρκεί που υπάρχει, που υπήρξε. Κι αφού υπήρξε, κάτι σηματοδότησε. Κάτι καινούριο έφερε, που από τα πριν δεν βρισκόταν ανάμεσά μας. Μάρτυρες αδιάψευστοι, τώρα που έφυγες, οι μνήμες οι πικρές, οι μαρτυρίες που τρεμοπαίζουν σε ραγισμένα χείλη, οι σκόρπιες λαχανιασμένες λέξεις που αδόκητα ξεπηδούν εδώ κι εκεί. Αυτά για τους άλλους. Για τους δικούς σου, για όλους εκείνους που όργωσες την καρδιά τους, ο κοπετός, ο θρήνος και ο οδυρμός...

Ξέρεις, όταν ξεκίνησα να γράφω αυτές τις γραμμές, το έκανα γιατί πιστεύω, ότι καθένας χρειάζεται, όταν φεύγει, να τον ξεπροβοδίζουν. Είναι λοιπόν κι αυτά τα λόγια ένα ξεπροβόδισμα, ένας αποχαιρετισμός. Και ξέρεις κάτι ακόμα; Πιστεύω ότι με ακούς.

Αλήθεια, είναι φορές, που νομίζω ότι κινείσαι ακόμη ανάμεσά μας. Κι όμως το ξέρω ότι έχεις πάρει το μακρινό δρόμο. Ίσως, πάλι, εκεί που βρίσκεσαι να μην έχουν νόημα οι αποστάσεις.

Πού βρίσκεσαι αλήθεια τώρα; Κοντά ή μακριά; Βλέπεις μπρος σου αστέρια, καθώς λεν, ή τον ανθισμένο κήπο; Νιώθεις τριγύρω σου εκείνη την παντοδύναμη παρουσία, που γίνεται αισθητή σαν κατανόηση, αποδοχή, μα πάνω απ΄ όλα σαν αγάπη; Η ερώτηση ταξιδεύει στο άπειρο. Εμείς μπορούμε, ούτως ή άλλως, να αρκεστούμε μόνο στα ενθάδε, στα ίχνη που άφησε η παρουσία σου στον κόσμο αυτόν, και να ονειρευόμαστε τα επέκεινα.

Χαράσσουμε, άλλωστε, όλοι μας κάποιο ίχνος κάθε μέρα. Άλλος βαθύ, άλλος ρηχό. Σημάδια, πότε έντονα και πότε άδηλα, σχηματίζουν μια γραμμή, άλλοτε ευθεία κι άλλοτε τεθλασμένη. Πολλές φορές και με στροφές, μικρές ή μεγάλες. Και η γραμμή μακραίνει κάθε μέρα, ώσπου, κάποια στιγμή, σταματά. Και τότε, όσοι το παρατηρούν αναρωτιούνται, ποιο να ΄ταν άραγε το νόημα. Αν είχε στ΄ αλήθεια κάποια σημασία.

Κι εγώ, που τα παρατηρώ όλα αυτά, συνοδοιπόρος και αυτόπτης μάρτυρας ταυτόχρονα, αντλώ δύναμη από την αιώνια πηγή της Αλήθειας και της Ζωής, και κοιτάζοντας βαθειά μες στην ψυχή μου, έχω μια πεποίθηση: Η γραμμή αυτή, τελικά, δεν σταματά. Συνεχίζεται εκεί, από το σημείο που προσωρινά διακόπηκε εδώ…

Στη μνήμη των νεκρών του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών, που έφυγαν καθώς έσβηνε ο Φλεβάρης του 2023.

(Κώστας Μπούζας, 2023)



Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2023

Ψυχοσύνθεση του Έλληνα

 

Οι Έλληνες, όπως κάθε λαός, έχουμε τα στοιχεία εκείνα που μας χαρακτηρίζουν (προτερήματα και ελαττώματα). Μεταξύ τους, όμως, κάποια θεωρούνται ως τα κύρια χαρακτηριστικά, που αναδεικνύουν – διαχρονικά - τον Έλληνα ως αριστοκράτη του πνεύματος.

Το πρώτο απ’ αυτά είναι η μοναδική και ανεπανάληπτη “τραγικότητά” του. Αυτή αφορά, πρώτα πρώτα, την τάση του να θέτει αμείλικτα ερωτήματα, πολλά από τα οποία δεν επιδέχονται κάποια απάντηση (τα αποκαλούμενα “τραγικά ερωτήματα”). Ύστερα, την ικανότητά του να μετατρέπει τα αδιέξοδά του, την όποια αίσθηση ματαιότητας, άρνησης και εγκατάλειψης, το θρήνο εν τέλει και τον παιδεμό του, που προκύπτουν, σε κατανόηση, σε καρτερία, σε δύναμη. Σε “πικρή υπερηφάνεια” κατά τον Δημήτριο Λιαντίνη. Να αντιμετωπίζει ακόμη και τον θάνατο, κάνοντάς τον εφαλτήριο για την αθανασία, μέσω της τέχνης, της ποίησης, της φιλοσοφίας (ως μελέτης θανάτου), αλλά και μέσω του αγώνα για την τιμή και την ελευθερία της πατρίδας. Η τραγικότητά του, λοιπόν, αφορά και τη βαθειά αίσθηση χρέους που τον διακρίνει, έστω κι αν αυτό τον οδηγεί – κάτι που κι ο ίδιος γνωρίζει – σε θυσία, και μάλιστα – επιφανειακά – ανώφελη, αλλά γι’ αυτόν αιτία κι αφορμή δόξας κι αθανασίας.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό του, αφορά τη δόμηση του εσωτερικού του κόσμου. Αυτός διακρίνεται απ’ αυτό που καλούμε “συναμφότερον”, όρο που χρησιμοποίησε σχετικά ο Κώστας Ζουράρις, και που απαντάται αρχικά στον Αριστοτέλη και αργότερα στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Ο συγκεκριμένος όρος, στην περίπτωσή μας, σχετίζεται με τη συνειδητή σχετικότητα (και όχι απολυτότητα) του εσωτερικού του κόσμου. Βάσει αυτής, η εξωτερική του έκφραση και πράξη – και περαιτέρω η στάση ζωής – προκύπτει, ανά πάσα στιγμή, σαν συνισταμένη αλληλοσυγκρουόμενων τάσεων. Το καλό έρχεται, λοιπόν, κάθε φορά, σαν νίκη – ύστερα από πάλη - επί του κακού (ή και το αντίθετο) και όχι ως γραμμική αναγκαιότητα. Μια σχηματοποίηση αυτής της πάλης είναι οι δύο δρόμοι, της αρετής και της κακίας, που η Ελληνική Μυθολογία τοποθετεί μπροστά στον Ηρακλή, προκειμένου αυτός να επιλέξει.

Τέλος, άλλο τέτοιο στοιχείο είναι αυτό που ονομάζουμε φιλότιμο. Η λέξη δεν χρειάζεται καν να αναλυθεί σημασιολογικά (είναι πασίγνωστη και ιδιαίτερα προσφιλής), ενώ δεν έχει αντίστοιχη λέξη σε καμία άλλη γλώσσα. Με άλλα λόγια δεν μεταφράζεται.

Η συνειδητοποίηση των παραπάνω κύριων χαρακτηριστικών στοιχείων της ψυχοσύνθεσης του, από τον Έλληνα - καθώς και άλλων σημαντικών, όπως η προσαρμοστικότητα, η φαντασία και η ευελιξία σκέψης - αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη προάσπιση, διατήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη, αυτού που καλούμε Ελληνικό πολιτισμό.

(Κώστας Μπούζας: 2022)