Κυριακή 14 Ιουνίου 2020

Ο Κόσμος και ο Άνθρωπος

                                                            ΤΙ ΕΣΤΙ ΧΩΡΟΣ; ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟΝ ΤΗΣ ΥΛΗΣ.
                                                            ΤΙ ΕΣΤΙΝ ΥΛΗ; Η ΠΛΗΡΩΣΙΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ.
                                                            ΤΙ ΕΣΤΙ ΧΡΟΝΟΣ; Η ΔΙΑΔΟΧΗ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ.
                                                            ΤΙ ΕΣΤΙΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ; Η ΔΟΜΗΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.
                                                            ΤΙ ΔΕ ΕΣΤΙΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ; Ο ΑΝΩ ΘΡΩΣΚΩΝ.



1. Οι στοχασμοί

Άνθρωπος μες στους ανθρώπους. Στο κέλυφος ενός μικρού πλανήτη γαντζωμένος, στις όχθες του Σύμπαντος εγκλωβισμένος, συνεχίζω να κάνω αυτό για το οποίο λες είμαι πλασμένος. Αναρωτιέμαι.

Αναρωτιέμαι για όλα όσα με περιβάλλουν και όλα όσα με απαρτίζουν. Για όλα όσα σκέφτομαι κι εκείνα που αισθάνομαι. Αυτά που υποθέτω και τ΄ άλλα που φαντάζομαι.

Τι είναι εν τέλει η φαντασία; Τι είναι η σκέψη και τι το συναίσθημα; Και πως συνδέονται όλα αυτά με την ύλη και τα φαινόμενα γύρω μας;

Έχει ειπωθεί ότι ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα, ψυχή και πνεύμα. Κι ο κόσμος, πολλοί υποστηρίζουν, το ίδιο. Είναι ο κόσμος το σώμα του Θεού; Ή αλλιώς ο Θεός είναι εκείνος που εμψυχώνει και πνευματοποιεί τον κόσμο;

Αυτά είναι τα τρία είδη στα οποία κινήθηκε η φιλοσοφία, από την επινόησή της: Άνθρωπος – Κόσμος – Θεός. Και σ΄αυτά θα συνεχίσει να κινείται, όσο θα υπάρχει.

Είναι δυνατόν, παρ΄ όλα αυτά, να υπάρξει κάποτε μια τελική απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα; Σ΄αυτό το στάδιο εξέλιξης του ανθρώπου μάλλον όχι. Ίσως να μην υπάρξει ποτέ, με τον τρόπο που την φαντάζεται, όσο είναι εγκλωβισμένος στην παρούσα μικροσκοπική πραγματικότητά του.

Παρ΄όλα αυτά, αυτός ο μικρός άνθρωπος είναι παράλληλα και μέγας, διότι έχει ένα χαρακτηριστικό, στο οποίο μάλιστα οφείλει το όνομά του. Θρώσκει άνω – με την μεταφορική έννοια αυτή τη φορά. Με άλλα λόγια είναι φτιαγμένος για ψηλά. Οραματίζεται, ονειρεύεται, στοχάζεται, τι όμως; Κάποια χαμένη πατρίδα; Ένα αδιόρατο μέλλον; Κάποιο κομμάτι του εαυτού του που απόμεινε εκεί και τώρα νοιώθει να του λείπει;

Κι αν δεν υπάρξει ποτέ απάντηση, ποιο το κέρδος να θέτει κανείς συνεχώς ερωτήματα; Ποιος ο λόγος διαρκώς ν΄αναρωτιέται; Μα αυτή η ίδια ερώτηση, αυτή είναι το κέρδος. Τα “τραγικά” εξ άλλου ερωτήματα δεν γυρεύουν απάντηση, όπως είπαν και οι Αρχαίοι. Τίθενται παρ΄όλα αυτά, γιατί είναι ζωτική ανάγκη της ψυχής. Έτσι παίρνει ανάσα. Έτσι ζει...

2. Το πλαίσιο

Λοιπόν, εν αρχή ην το Σύμπαν. Ποιο είναι αυτό; Το παν; Το τίποτε; Ένα απειροελάχιστο άτομο άπειρης ύλης που εξερράγη ξαφνικά, με μια μεγαλειώδη μεγάλη έκρηξη και από τότε συνεχώς διαστέλλεται; Μια “λευκή οπή” που διοχετεύει στον δικό μας χωροχρόνο απόβλητα κάποιου άλλου σύμπαντος, μητρικού μας;
Μήπως και το δικό μας Σύμπαν γεννά, με την σειρά του, νέα Σύμπαντα, τόσα όσα οι μαύρες τρύπες που διαθέτει;

Το σύμπαν είναι τελικά το παν; Και τι σημαίνει αυτό; Άτομα ύλης , που τελικά υποδιαιρούνται σε όλο και μικρότερα μέρη, με τα χαοτικά κενά να δεσπόζουν μεταξύ τους. Το πιο μικρό υπάρχει; Μήπως είναι απλά ένας στρόβιλος ενέργειας; Και πίσω από αυτό τι βρίσκεται; O Θείος σπινθήρας, μια άπειρα μεγάλη σκέψη και δύναμη; Ζούμε εν τέλει μέσα στ΄όνειρο του Θεού;

Το είπαμε και Κόσμο, θαμπωμένοι από το μεγαλείο και το κάλλος. Στολίδι δηλαδή. Και παλέψαμε να το γνωρίσουμε, αφού το αγαπήσαμε. Πως θα μπορούσε να γίνει άλλωστε διαφορετικά; Έπρεπε να το τακτοποιήσουμε στο σχήμα του νου μας. Υπάρχουν είπαμε ο χώρος και ο χρόνος, που είναι το πλαίσιο της ύπαρξης, το σκηνικό θα μπορούσαμε να πούμε του κοσμικού θεάτρου. Υπάρχουν ακόμη η ύλη και η ενέργεια, που είναι αυτή καθ΄ εαυτή η ύπαρξη. Ο κοσμικός μας θίασος με άλλα λόγια.

Σταθήκαμε ενεοί, μπροστά στην αποκάλυψη – και ανακάλυψη – που οδηγούσε, με τη σειρά της, σε άπειρα μονοπάτια. Σε αυτά βαδίζουμε έκτοτε, ψηλαφώντας όλο και μεγαλύτερα βάθη, όλο και πιο μακρυνούς ορίζοντες. Μοιραία όμως θέσαμε και ένα άλλο ερώτημα στον εαυτό μας. Ποιος είναι αυτός που ερευνά; Τι είναι ο άνθρωπος και γιατί άνω θρώσκει; Αναζητώντας ποιον και τι; Πόσα ερωτήματα στ΄αλήθεια. Πιο πολλά από τις διαθέσιμες απαντήσεις, ξεπηδούν πιο γρήγορα κι από την ίδια την σκέψη.

3. Η ουσία

Όταν ο πρωτόγονος άνθρωπος στάθηκε στις όχθες αυτού του κόσμου, ασυναίσθητα ίσως, έψαυσε κι αυτός τα όριά του. Στο ερώτημα “Που” η ματιά του πλανήθηκε εκεί που ο ουρανός αγκαλιάζει τη Γη, στα όρια του ορίζοντα. Κι έμαθε να ξεχωρίζει την Ανατολή και τη Δύση, σημεία ζωτικά μιας και συνδέονται με τον ζωοδότη Ήλιο. Αλλά και τον Βορρά – τον είπαν και Βορέα – και τον Νότο, απ΄όπου κατέφθαναν οι παγωμένοι ή οι ζεστοί άνεμοι. Και έδεσε ετούτα τα σημεία με αστέρια, για να τα βρίσκει εύκολα. Και έδωσε και στους ανέμους ονόματα, ανάλογα με την κατεύθυνσή τους και τις ιδιότητές τους. Ο Απάρκτιος, ο Απηλιώτης, ο Ζέφυρος, ο Μεσημβρινός...

Προχωρώντας στο ερώτημα “Πότε” αντιλήφθηκε την εναλλαγή των εποχών. Χειμώνας, Άνοιξη, Θέρος, Φθινόπωρο. Κι ολόκληρο τον κύκλο τον ονόμασε έτος, ή ενιαυτό, ή χρόνο. Κι έμαθε να ξεχωρίζει τις εποχές απ΄τα σημάδια τους, αλλά και τις επιπτώσεις τους στη φύση και στον ίδιο. Την εναλλαγή ημέρας και νύχτας την είχε αντιληφθεί πολύ πιο πριν και είχε μάθει κάθε πρωί να προσεύχεται για τον ερχομό του ήλιου και κάθε βράδυ να κουρνιάζει στο απάγγειό του για να απαλύνει τους κόπους της ημέρας.

Τότε έφτασε στο πιο συγκλονιστικό ερώτημα που είχε θέσει ποτέ “Tι”... Κι έφερε το βλέμμα του έναν γύρο στον κόσμο. Κι αντίκρυσε την στέρεα ξηρά που πατούσε, την ανήσυχη, ευρύστερνη θάλασσα, που δεν ησύχαζε στιγμή, τον απέραντο Ουρανό, απροσπέλαστο και μυστηριώδη και πάνω απ΄ όλα τον Ήλιο που ζέσταινε, φώτιζε, έδινε ζωή. Και ονομάτισε: γη, νερό, αέρας, φωτιά...

Ικανοποιημένος πια ο άνθρωπός μας από τις νοητικές του κατακτήσεις, αποφάσισε να προχωρήσει ένα βήμα παρακάτω, αφού πλέον ένοιωθε έτοιμος γι αυτό. Πρώτα πρώτα να καλύψει τις ζωτικές του ανάγκες κι έπειτα να γνωρίσει τον ίδιο του τον εαυτό, που ήδη προαισθανόταν ότι ήταν κι αυτός ένας ολόκληρος κόσμος.

4 . Οι πυλώνες

Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο το γεγονός, ότι οι μεγάλοι φόβοι του ανθρώπου τον ώθησαν να εξελιχθεί και να προοδεύσει και με τον τρόπο αυτό να δημιουργήσει τους πυλώνες του πολιτισμού του. Και πρώτα πρώτα, ο φόβος των άγριων θηρίων, αλλά και ανταγωνιστών του ανθρώπων, δημιούργησε την κοινωνία. Η αρχή έγινε με τις ομάδες των ανθρώπων. Γένη που σχημάτισαν φυλές. Φυλές που σχημάτισαν έθνη. Έθνη που στέριωσαν σε γη και εξελίχθηκαν σε λαούς. Λαοί που διαμόρφωσαν δομές και δημιούργησαν κράτη πάνω στη γη τους, που την είπαν πατρίδα και χώρα. Κι έφτιαξαν πολιτείες και χωριά.

Ο φόβος τώρα του άγνωστου και αδάμαστου περιβάλλοντος γέννησε την φυσική φιλοσοφία, που ξεκίνησε με τον μύθο και κατέληξε στην επιστήμη και στην ακόλουθή της τεχνολογία. Παρ΄όλα αυτά ο μύθος εξακολουθεί και συνυπάρχει, σχηματοποιώντας σε άλλο πεδίο πια τους φόβους ή τις ελπίδες μας. Υπάρχει ακόμη ο κοσμοσείστης Εγκέλαδος και ο φοβερός Τυφωέας. Υπάρχει όμως και η γλυκειά 'Ιρις, για να μας χαρίζει ύστερα από κάθε μπόρα την παλέτα των χρωμάτων.

Ο φόβος τέλος του θανάτου, ο μέγιστος όλων, γέννησε την εσωτερική φιλοσοφία. Ο άνθρωπος στράφηκε πια για πρώτη φορά, προς τα ενδόψυχά του. Είναι μια ιστορική στιγμή η αλλαγή αυτή οπτικής γωνίας, αλλά και οπτικού πεδίου. Κι η φιλοσοφία αυτή εξελίχθηκε σε Θεολογία. Πόσο χαρακτηριστικό στ΄αλήθεια. Μαζί με την ψυχή του, ψάχνοντας μέσα του, ανακάλυψε και τον δρόμο για τον Θεό. Συγκλονιστική στιγμή στ΄αλήθεια. Ο κόσμος αποκτούσε πλέον νόημα. Και κοντά στον κόσμο κι αυτός ο ίδιος.

Πόσοι ορίζοντες αλήθεια ανοίγονταν τώρα μπροστά του. Από την μια πλευρά ο κόσμος όπως προσπαθούσε να τον προσεγγίσει με τις αισθήσεις του. Παρατήρηση, έρευνα, σιγά σιγά και πειραματισμοί. Κι έπειτα σκέψη και νέα ερωτήματα. Παράλληλα, από την άλλη ο μέσα άνθρωπος, μ΄όσα πρωτόγνωρα έκρυβε. Αισθήματα, ανησυχίες, στοχασμοί, αγάπη για την ομορφιά, έναν κώδικα ηθικής. Χρειαζόταν όπλα ισχυρά για να αντεπεξέλθει. Για να αγγίξει αυτούς τους ορίζοντες που όλο και πλάταιναν, όλο και βάθαιναν.

5. Τα όπλα

Πρώτο μεγάλο όπλο στα χέρια του ανθρώπου μας στάθηκε η Τέχνη, σε όλες τις διαθέσιμες μορφές της. Όταν κινήθηκε ρυθμικά, ελαφροπατώντας, γύρω από τη φωτιά, στο άκουσμα κάποιου επαναλαμβανόμενου ήχου, ανακάλυψε τη χαρά και τη ζωντάνια που του έδινε αυτό. Πολλές φορές μάλιστα και κάποιου είδους έκσταση. Έτσι το καθιέρωσε σαν μια συνήθεια. Ο χορός πια ήταν ένα γεγονός. Επειδή όμως ο απαραίτητος ρυθμικός ήχος δεν υπήρχε πάντα, έμαθε να τον δημιουργεί ο ίδιος, πολύ εύκολα. Δυο ξύλα ή δυο πέτρες ήταν αρκετά. Που νάξερε ότι έτσι έπαιζε για πρώτη φορά μουσική. Και δεν σταμάτησε εκεί. Με χέρια δειλά στην αρχή, ζωγράφισε στους τοίχους των σπηλαίων τη ζωή του. Ταυτόχρονα έμαθε να μιμείται, να παίζει, να πλάθει με τα χέρια του λάσπη και πηλό. Να κατασκευάζει αντικείμενα. Έτσι παράλληλα με την τέχνη εφηύρε τεχνικές, τόσο σημαντικές για την ίδια την επιβίωσή του.

Το ΄παμε ήδη όμως. Άνθρωπος σημαίνει “άνω θρώσκων”. Τι κι αν τα πόδια του πατούσαν στη γη, το βλέμμα του αγκάλιαζε τ΄αστέρια. Κι ύστερα υπήρχε πάντα ο μέσα άνθρωπος, με όλα τα ανεξερεύνητα βάθη του. Με όλες εκείνες τις άϋλες ποιότητες κι αξίες, που δεν μπορούσαν πάντοτε να εκφραστούν με την Τέχνη. Και πάνω απ΄όλα υπήρχε η ανάγκη μιας επικοινωνίας μέσα στην ομάδα, καλύτερης από τα απλά νοήματα ή τις άναρθρες κραυγές που δεν επαρκούσαν για την επιζητούμενη, έστω και ασυναίσθητα, εξέλιξη.

Το σύμβολο στάθηκε η μεγάλη ανακάλυψη του ανθρώπινου νου. Κοινά αποδεκτά σχήματα έφτασαν να εκφράζουν πράγματα, καταστάσεις, ενέργειες. Κι από τα σύμβολα εμπνεύστηκε τα γράμματα – φθόγγους, σε μίμηση της φύσης και μ΄αυτά έπλασε λέξεις και γλώσσα. Άρθρωσε λόγο. Επικοινώνησε νε τους ομοίους του, μ΄έναν τρόπο άρτιο πλέον, που άφηνε περιθώριο και για την έκφραση πια όλο και πιο λεπτών εννοιών. Παράλληλα ένοιωσε και τη σημασία του αριθμού. Το ένα, τα δύο, τα πολλά. Ύστερα η κανονική αρίθμηση. Και με τα όπλα του αυτά, ο άνθρωπος ξεχύθηκε στο σύμπαν...

6. Τα επέκεινα

Έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε και η πορεία συνεχίζεται. Οι πυλώνες του πολιτισμού μας παραμένουν ίδιοι. Τα όπλα μας ίδια κι αυτά. Τα επιτεύγματά μας, ομολογουμένως πολλά. Παρ΄όλα αυτά ο προορισμός φαίνεται ν΄απέχει. Ποιος είναι αυτός; Η ενοποίηση και ενιοποίηση των πάντων. Η κατανόηση του παντός με άλλα λόγια. Υπάρχει βέβαια και η θέση ότι το μέρος δεν μπορεί να συλλάβει το παν. Μπορεί μόνο να αντικρύσει περιστασιακά μερικές όψεις του. Κι αυτό άλλοτε με την επιστήμη, άλλοτε με τον στοχασμό και την φιλοσοφία και άλλοτε με το όραμα ή το όνειρο, που έχουν ονομαστεί και φτερά της ψυχής.

Οι διαστάσεις οδηγούν και σ΄άλλες διαστάσεις. Το σύμπαν υπονοεί και άλλα σύμπαντα. Η ύλη αποκρύπτει τον εαυτό της, βαδίζοντας προς στο άπειρα μικρό. Άλλοτε πάλι μεταμφιέζεται σ΄ενέργεια. Ο χρόνος γίνεται ελαστικός και ο χώρος αναδιπλώνεται στον εαυτό του. Το φως, ώρες ώρες, κάμπτεται τριγύρω από τ΄αστέρια. Στα σπλάχνα τους σφυρηλατούνται τα άτομα μελλοντικών ανθρώπων. Τα σώματά τους εμφανίζονται για μια στιγμή στην κοσμική σκηνή. Ύστερα οι ψυχές τους αγνοούνται στο σύμπαν αυτό, μετά την αναχώρησή τους. Τον μέσα άνθρωπο αναζητείτε με τις γνώσεις του, τα όνειρά του, την προσωπικότητά του, τα οράματά του, τα αισθήματά του; “Ουκ έστιν ώδε”.

Ένα πεδίο έρευνας που έχει ανοίξει από παλιά, όλο και διευρύνεται και στο μέλλον πρόκειται να αποτελέσει το κύριο πεδίο ενασχόλησης του ανθρώπου, παράλληλα με την εξερεύνηση του Σύμπαντος. Το πεδίο αυτό είναι που ονομάζουμε “επέκεινα”. Το ορμητήριο των ψυχών. Η πατρίδα των πνευμάτων. Ποιές είναι άραγε οι διαστάσεις εκείνου εκεί του “Σύμπαντος”; Πως ψηλαφούν άραγε οι εκεί πρωτόγονοι ή πρωτοφερμένοι τον χωροχρόνο του και την υλοενέργειά του; Μήπως όλα σ΄αυτό είναι φτιαγμένα από το υλικό που φτιάχνονται οι ψυχές; Μήπως εν τέλει μια μεγάλη ψυχή σκεπάζει αυτό το Σύμπαν, που με τη σειρά του σκεπάζει το σύμπαν μας; Μήπως υπάρχει Θεός;...


(Κώστας Μπούζας, 2020)