Τρίτη 11 Μαρτίου 2025

Γράμμα στο Σύμπαν

 


    Απόψε αποφάσισα να στείλω ένα γράμμα στο Σύμπαν. Κάτι σαν ανοιχτή επιστολή, για κάθε πιθανό παραλήπτη. Θα το στείλω με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, μάλιστα. Θα το εκτοξεύσω στο διάστημα, και θα το αφήσω να περιπλανιέται στις αβύσσους του χώρου και του χρόνου.

Πως θα άρχιζε και πως θα τελείωνε αυτό το μήνυμα, δεν το έχω σκεφτεί ακόμη. Έτσι κι αλλιώς, δε θα είχε κάποιον ιδιαίτερο σκοπό. Πιο πολύ θέλω να μιλήσω με κάποιον, έτσι όπως θα τα έλεγα με έναν καλό μου φίλο. Φίλους βέβαια έχω, είναι όμως κι αυτοί στην ίδια κατάσταση με μένα. Ανήμποροι να αντιδράσουν, με μένα το ίδιο απογοητευμένοι – ή και απελπισμένοι.

Ναι, καλά το καταλάβατε. Ο λόγος είναι – και πάλι – ο πόλεμος. Αλλά και η φτώχεια και η πείνα και ο τρόμος, που αυτός συνεπάγεται για όλους – ηττημένους και μη. Σαν να μην έγραψε και σαν να μην είπε κανείς, ποτέ, τίποτε. Σαν να είναι αυτή η μάστιγα, αναγκαίο κακό. Τόσο που, για πολλούς, το άκουσμά του έχει γίνει συνήθεια, αρκεί να μη συμβαίνει σ’ αυτούς.

Ναι, θα μιλήσω και πάλι για τον πόλεμο. Αλλά αφού απευθύνομαι στο Σύμπαν, και πιθανόν οι παραλήπτες των λόγων μου να δυσκολευτούν να κατανοήσουν λεπτομέρειες, μια πραγματικότητας τόσο άγνωστης σ’ αυτούς, θα περιοριστώ σε γενικότητες.

Θα τους περιγράψω, πιθανόν, τον πλανήτη μου. Έναν βράχο, σε ένα ηλιακό σύστημα από τα δισεκατομμύρια που υπάρχουν, σε έναν γαλαξία από τα δισεκατομμύρια που υπάρχουν.  Έναν κόκκο, αόρατο στην αχανή έκταση του διαστήματος. Ύστερα, θα τους μιλήσω για τη ζωή που φιλοξενεί. Πρώτα για εκείνη, την απειλούμενη, την υπό εξαφάνιση. Έπειτα, για το κυρίαρχο είδος, δηλαδή τον άνθρωπο. Το πλάσμα με νου και λογική. Το προικισμένο, τόσο πλουσιοπάροχα, από τον Δημιουργό.

Σ’ αυτό λοιπόν το σημείο, είναι που δυσκολεύομαι να συνεχίσω.  Πώς να εξηγήσω, ότι αυτό το ον παρουσιάζει τόσο αυτοκαταστροφικές τάσεις. Ότι αδυνατεί, από τη μια να εκτιμήσει την ομορφιά του κόσμου του, και από την άλλη να νοιώσει δέος για το άπειρο που τον περιβάλλει. Ότι πασχίζει, ολοένα, εναντίον των πάντων. Ότι έχει κηρύξει τον πόλεμο σε όλους. Ο συγγενής στον συγγενή, η ομάδα στην ομάδα, η πόλη στην πόλη, το κράτος στο κράτος, η θρησκεία στη θρησκεία, η ιδεολογία στην ιδεολογία, το συμφέρον στο συμφέρον, η γνώμη στη γνώμη. Και πέρα απ’ όλα αυτά, η ανθρωπότητα, σαν σύνολο, στη φύση. Στο σπίτι της το ίδιο. Δε θα το καταλάβουν…

Τώρα που το σκέφτομαι ξανά, άλλαξα γνώμη. Θα τους περιγράψω πόσο όμορφος είναι ο πλανήτης μου. Θα τους πω για τα χρώματα. Όλοι γνωρίζουν κάποιου είδους χρώματα. Για την ποικιλία των ζώων και των φυτών. Δε μπορεί, κι αυτοί θα έχουν κάποια. Θα τους μιλήσω και για το γάργαρο νερό και για τα πανύψηλα βουνά. Δε θα παραλείψω και τον ακούραστο άνεμο, μα και τον ζωοδότη ήλιο. Είμαι σίγουρος ότι μπορούν να τα νοιώσουν όλα αυτά. Και θα συνεχίσω, μ’ όλους αυτούς που εξακολουθούν ν’ αγαπούν και να νοιάζονται. Που εύχονται κι ελπίζουν. Που, ακόμη, ενθουσιάζονται σαν τα μικρά παιδιά και θαυμάζουν.

Ίσως βέβαια, μετά απ’ όλα αυτά, οι παραλήπτες αυτού του μηνύματος να αναρωτηθούν για τον σκοπό, που αυτό εξυπηρετούσε. Στο κάτω κάτω, όλα αυτά θα τα θεωρήσουν μάλλον φυσιολογικά για έναν κατοικήσιμο – και κατοικημένο – πλανήτη. Σ’ αυτό το σημείο, όμως, είναι που θα τους τονίσω, ότι για μας δεν είναι αυτονόητα. Γιατί εμείς έχουμε  πόλεμο. Έτσι, ίσως να συμπονέσουν εκείνους που αγάπησαν αυτόν τον κόσμο και πάσχισαν γι’ αυτόν.

Πάντως σκέφτομαι ότι, επειδή το Σύμπαν είναι αχανές, είναι ενδεχόμενο αυτό το γράμμα να μην το παραλάβει κανείς. Πάλι, όμως, ίσως να το έχει παραλάβει ήδη κάποιος, απ’ τη στιγμή που υπήρχε η σκέψη να γραφτεί...


(Κώστας Μπούζας, 2025)

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2025

Οι δύο τρόποι να ζεις

 


Υπάρχουν δύο τρόποι να ζεις, που οδηγούν σε δύο διαφορετικούς προορισμούς:

- Να λυπάσαι για όσα δεν έχεις, ή να χαίρεσαι για όλα αυτά που έχεις.

- Να αφήνεις τα προβλήματά σου να σε καταρρακώνουν ψυχικά, 

ή να τα θεωρείς σαν ευκαιρία για μάθηση, αλλά και σαν απόδειξη ότι ζεις.

- Να προσμένεις, συνεχώς, κάποιο αδιόρατο μέλλον, 

ή να χαίρεσαι την κάθε σου στιγμή, σαν μοναδική.

- Να παρακολουθείς τους άλλους να ζουν, ή να ζεις.

- Να μη βρίσκεις σε τίποτε νόημα, ή – αντίθετα – να βλέπεις τα πάντα, ως πλήρη νοήματος.

- Να ενεργείς μηχανικά, ή να δίνεις σημασία σε κάθε σου ενέργεια,

αντιλαμβανόμενος την ευθύνη των πράξεών σου.

- Να φοβάσαι τη μοναξιά, αφού φοβάσαι τόσο πολύ τον άγνωστο εαυτό σου, 

ή να την εκμεταλλεύεσαι, για να τον γνωρίσεις κι έτσι να τον αγαπήσεις.

- Να προσπαθείς να ανακαλύψεις την ασχήμια, κι αν δεν υπάρχει να την δημιουργείς, 

ή να ενθουσιάζεσαι με την κάθε ομορφιά που συναντάς, προσέχοντάς την συνειδητά.

- Να περιφρονείς την κάθε ατέλεια και να αδιαφορείς γι’ αυτήν, συμβάλλοντας έτσι στη διαιώνισή της, 

ή να τη βλέπεις σαν μια ευκαιρία για μια ακόμη δημιουργική προσπάθειά σου.

- Να αρνείσαι την ύπαρξη θαυμάτων, ή – αντίθετα – να πιστεύεις ότι τα πάντα είναι ένα θαύμα.

- Να είσαι ακροατής αποκλειστικά του εαυτού σου, ή να μπορείς ν’ ακούς και τους άλλους.

- Να κρίνεις και να κατηγορείς, χωρίς δεύτερη σκέψη, όποιον συναντάς για τα λάθη του, 

ή να τον κατανοείς, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις συνθήκες που τον οδήγησαν σ΄ αυτά, 

έχοντας μάλιστα προσέξει, από πριν, και τις δικές σου αστοχίες.

- Να θεωρείς, εν τέλει, τους άλλους κακούς, προσέχοντας τα ελαττώματά τους, 

ή καλούς, δίνοντας βαρύτητα στα προτερήματά τους.

- Να εκδικείσαι, ή να συγχωρείς.

- Να μισείς, ή ν’ αγαπάς.

- Τελικά, να είσαι δυστυχισμένος ή ευτυχισμένος.

Αν συνεχίσεις επ’ αόριστον τον ίδιο συλλογισμό, θα ανακαλύψεις ότι σε κάθε τομέα της ζωής και σε κάθε περίπτωση που συναντάς, μπορείς να ακολουθείς τον ένα ή τον άλλο τρόπο αντιμετώπισης, που ο καθένας τους, στην ουσία, διαμορφώνει και μια αντίστοιχη στάση ζωής.

Αυτοί οι δύο τρόποι έχουν και ονόματα: Φόβος και Αγάπη.

Ονόματα έχουν και οι δύο προορισμοί της ψυχής: Θάνατος και Ζωή.

(Κώστας Μπούζας, 2024)