Κι
όταν η Θεογέννητη Κλειώ
τον
πάπυρο ξεδίπλωσε για να εξιστορήσει,
οι
Μούσες οι υπόλοιπες τα δυνατά τους
βάλαν.
Τότε
τριγύρω μέθυσε της Ευτέρπης ο γλυκόλαλος
αυλός,
της
Τερψιχόρης τα κρινένια δάχτυλα ασπάστηκαν τη λύρα
και
το κορμί της Ερατώς κυρίεψε φλόγα γλυκιά,
το
διέτρεξε αρχέγονος παλμός
και
με πανάρχαια γλώσσα,- γλώσσα χορού-,
διηγήθηκε.....
Κλονίστηκε
τότε ο Όλυμπος ο χιονοσκέπαστος
μπροστά
στο άκουσμα το ανείπωτο
κι ο
Ίμερος για μια στιγμή γνήσια νόμισε την
ομορφιά του.
Τότε.....
η
Θάλεια που από πάντα κωμωδεί εγέλασε
κι η
Μελπομένη γνωρίζοντας πως όλα πάνε
πάντα δυο,
έφτιαξε
τραγωδία.
Κι
έπειτα.....
Κι
έπειτα η Μούσα η Πολύμνια διηγήθηκε.....
Να
ήταν όνειρο;.....Κατάπληξη.....
Ο
Ελικών στον ουρανό υψώθηκε
και
φάνηκε ο Πήγασος που αλύπητα τον χτύπαγε
με τ’
ακροπέταλά του.
Κι η
Ιπποκρήνη,
του
Ποσειδώνα του αφέντη της την εντολή
γνωρίζοντας,
σημαδιακά
ανάβλυσε.
Και
τότε.....αχ τότε.....
η
Ουρανία κι η Καλλιόπη οι Θεόπνευστες
ποίηση
φτιάξαν.....
Αυτά
διηγήθηκε μια μέρα ο Ησίοδος
κι
όρκο βαρύ ορκιζόταν πως η Κλειώ γραμμένα
τα ΄δωσε,
μαζί
με μία δάφνη
και
με το χρίσμα το Θεϊκό του ποιητή.....
(Κ. Μπούζας: Κοντά στις Μούσες, 1997)