Εσύ που έφυγες τη μαύρη εκείνη μέρα, τόσο απρόσμενα και άκαιρα, άραγε για πού έχεις κινήσει; Πού να βρίσκεσαι;
Είχες φανεί κι εσύ εδώ κάποια στιγμή, όπως όλοι μας. Καθώς περνούσε ο καιρός ένοιωσες τις πρώτες αγωνίες σου, δημιούργησες τα πρώτα όνειρά σου, έπεσες πάνω στις πρώτες απογοητεύσεις σου. Αργότερα ήρθαν κι οι πίκρες, μα κι οι χαρές. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να γίνει αλλιώς. Στη ζωή αυτές βαδίζουν πάντοτε η μια πίσω απ΄ την άλλη.
Κι εσύ προσπάθησες και προχώρησες. Και κατόρθωσες ν’ αφήσεις πίσω σου το στίγμα σου, το προσωπικό σου ίχνος. Για άλλον αυτό είναι αχνό, για άλλον έντονο. Δεν έχει σημασία. Αρκεί που υπάρχει, που υπήρξε. Κι αφού υπήρξε, κάτι σηματοδότησε. Κάτι καινούριο έφερε, που από τα πριν δεν βρισκόταν ανάμεσά μας. Μάρτυρες αδιάψευστοι, τώρα που έφυγες, οι μνήμες οι πικρές, οι μαρτυρίες που τρεμοπαίζουν σε ραγισμένα χείλη, οι σκόρπιες λαχανιασμένες λέξεις που αδόκητα ξεπηδούν εδώ κι εκεί. Αυτά για τους άλλους. Για τους δικούς σου, για όλους εκείνους που όργωσες την καρδιά τους, ο κοπετός, ο θρήνος και ο οδυρμός...
Ξέρεις, όταν ξεκίνησα να γράφω αυτές τις γραμμές, το έκανα γιατί πιστεύω, ότι καθένας χρειάζεται, όταν φεύγει, να τον ξεπροβοδίζουν. Είναι λοιπόν κι αυτά τα λόγια ένα ξεπροβόδισμα, ένας αποχαιρετισμός. Και ξέρεις κάτι ακόμα; Πιστεύω ότι με ακούς.
Αλήθεια, είναι φορές, που νομίζω ότι κινείσαι ακόμη ανάμεσά μας. Κι όμως το ξέρω ότι έχεις πάρει το μακρινό δρόμο. Ίσως, πάλι, εκεί που βρίσκεσαι να μην έχουν νόημα οι αποστάσεις.
Πού βρίσκεσαι αλήθεια τώρα; Κοντά ή μακριά; Βλέπεις μπρος σου αστέρια, καθώς λεν, ή τον ανθισμένο κήπο; Νιώθεις τριγύρω σου εκείνη την παντοδύναμη παρουσία, που γίνεται αισθητή σαν κατανόηση, αποδοχή, μα πάνω απ΄ όλα σαν αγάπη; Η ερώτηση ταξιδεύει στο άπειρο. Εμείς μπορούμε, ούτως ή άλλως, να αρκεστούμε μόνο στα ενθάδε, στα ίχνη που άφησε η παρουσία σου στον κόσμο αυτόν, και να ονειρευόμαστε τα επέκεινα.
Χαράσσουμε, άλλωστε, όλοι μας κάποιο ίχνος κάθε μέρα. Άλλος βαθύ, άλλος ρηχό. Σημάδια, πότε έντονα και πότε άδηλα, σχηματίζουν μια γραμμή, άλλοτε ευθεία κι άλλοτε τεθλασμένη. Πολλές φορές και με στροφές, μικρές ή μεγάλες. Και η γραμμή μακραίνει κάθε μέρα, ώσπου, κάποια στιγμή, σταματά. Και τότε, όσοι το παρατηρούν αναρωτιούνται, ποιο να ΄ταν άραγε το νόημα. Αν είχε στ΄ αλήθεια κάποια σημασία.
Κι εγώ, που τα παρατηρώ όλα αυτά, συνοδοιπόρος και αυτόπτης μάρτυρας ταυτόχρονα, αντλώ δύναμη από την αιώνια πηγή της Αλήθειας και της Ζωής, και κοιτάζοντας βαθειά μες στην ψυχή μου, έχω μια πεποίθηση: Η γραμμή αυτή, τελικά, δεν σταματά. Συνεχίζεται εκεί, από το σημείο που προσωρινά διακόπηκε εδώ…
Στη μνήμη των νεκρών του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών, που έφυγαν καθώς έσβηνε ο Φλεβάρης του 2023.
(Κώστας Μπούζας, 2023)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου